Στο δημαρχείο Τήλου τελικά οι πρώτοι πολιτικοί γάμοι ομόφυλων ζευγαριών
www.in.gr
Διπλή πρεμιέρα στους γκέι γάμους
Ο δήμαρχος Τήλου δέχτηκε να παντρέψει τα πρώτα ζευγάρια
TA NEA
Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τους "γάμους" ομοφυλόφιλων ζευγαριών, πανευρωπαϊκά αλλά και στην χώρα μας. Πρόσφατα μάλιστα είχε ασχοληθεί με το θέμα και ο τύπος στη μικρή μας Κύπρο, από ζευγάρι μεταναστών που ζουν και εργάζονται στο νησί, εκ των οποίων ο ένας είναι ευρωπαίος πολίτης ενώ ο άλλος όχι, με αίτηση του ζευγαριού να αναγνωριστεί ο "γάμος" που είχε πραγματοποιήσει το ζευγάρι στη Βρετανία (βλέπε προηγούμενο μου post
εδώ).
Καταρχάς, ας ορίσουμε τι εννοούμε με τον όρο "γάμος", αφού έχω την εντύπωση ότι ο καθένας μας έχει διαφορετική ερμηνεία του όρου, φορτίζοντας την μάλιστα με ηθικές και θρησκευτικές αξίες, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα παιχνίδι λέξεων και κάπου στη πορεία να χάνουμε την ουσία και την επικοινωνία μεταξύ μας.
Προσωπικά όταν αναφέρω τον όρο «γάμος» στο εξής θα εννοώ την αναγνωρισμένη σχέση και σύνδεση δύο ανθρώπων (χωρίς προκαθορισμένα και συγκεκριμένα φυλετικά, εθνικά, σεξιστικά ή άλλα χαρακτηριστικά) από κάποιον επίσημο φορέα όπως το κράτος (πολιτικός γάμος) ή κάποια από τις γνωστές αναγνωρισμένες θρησκείες (θρησκευτικός γάμος).
Έχοντας πει αυτό, θα ήθελα να τονίσω ότι «γάμος» δεν αποτελεί μόνο η θρησκευτική τελετή της Χριστιανοσύνης, κάτι που πολλοί από μας αυτόματα αλλά και λανθασμένα εννοούμε με τρόπο αποκλειστικό, λόγω της Χριστιανικής μας παράδοσης. Με τον όρο αυτό σημαίνεται και οποιασδήποτε άλλης μορφής αναγνωρισμένη σχέση δυο (ίσως και περισσότερων σε κάποια κράτη) ανθρώπων. Για παράδειγμα, παντρεμένοι είναι επίσης και όσοι έχουν δεσμευτεί στα πλαίσια κάποιου θρησκευτικού γάμου μιας άλλης αναγνωρισμένης θρησκείας, όπως ο Μωαμεθανισμός, ο Ινδουισμός κλπ. Παντρεμένοι επίσης είναι και όσοι επιλέγουν να τελέσουν πολιτικό γάμο, χωρίς να δώσουν θρησκευτική διάσταση στη τελετή. Ο δε Πολιτικός Γάμος είναι στην ουσία ένας εναλλακτικός τρόπος για την αναγνώριση από το κράτος μιας σχέσης, που μπορεί να «συνδέσει» άτομα π.χ. διαφορετικών θρησκειών, κάτι στο οποίο τίθενται περιορισμοί από τις περισσότερες θρησκείες. Το ζητούμενο στην εποχή μας είναι τελικά η κοινωνική αλλά και η νομική αναγνώριση μιας σχέσης δύο ανθρώπων, που αποδεικνύεται και ενισχύεται με τη στάση της κοινωνίας αλλά και του κράτους, απέναντι στο ζευγάρι. Έτσι έχουμε από την μια πλευρά, την κοινωνική αναγνώριση μιας σχέσης, μέσα από δραστηριότητες του ζευγαριού που το συνδέουν ανθρώπινα και καθημερινά με το κοινωνικό του περιβάλλον. Τέτοιες δραστηριότητες αποτελούν όλες οι παρουσίες του ζευγαριού, όταν αυτό παρουσιάζεται ως ‘ένα’, σ’ ένα σύνολο ανθρώπων, φίλων, συναδέλφων, συγγενών... Αντίστοιχα, η νομική αναγνώριση μιας σχέσεις από το κράτος κατοχυρώνεται μέσω του πολιτικού ή άλλου αναγνωρισμένου γάμου. Όταν δηλαδή δυο άνθρωποι αποφασίσουν ότι θέλουν να τους αντιμετωπίζει το κράτος ως ‘ένα’, οφείλουν να συνδεθούν με κάποιο από τους τρόπους που αναγνωρίζει το κράτος: έναν θρησκευτικό ή πολιτικό γάμο δηλαδή. Αυτό τουλάχιστον ίσχυε μέχρι χθες, αφού έχει ήδη αρχίσει η συζήτηση για την υιοθέτηση από το κράτος επιπλέον τρόπων σύνδεσης δύο ανθρώπων, όπως είναι για παράδειγμα το «σύμφωνο συμβίωσης» που συζητείται τελευταία. Όπως λοιπόν η κοινωνία μέσα από τη στάση της αναγνωρίζει το ζευγάρι ως ‘ένα’, προσφέροντας ένα υγιές περιβάλλον για την δημιουργία μιας κοινής ζωής, έτσι ώστε το ζευγάρι να δημιουργήσει και να προσφέρει στη κοινότητα που ζει, με τον ίδιο τρόπο και το κράτος παραχωρεί μια σειρά από οικονομικές και φορολογικές διευκολύνσεις αλλά και την νομική κατοχύρωση της σχέσης αυτών των ανθρώπων, που οικειοθελώς αποφασίζουν να ζουν μαζί μια κοινή ζωή. Μέσα από αυτή του τη στάση, το κράτος παρέχει στην ουσία έναν τρόπο αναγνώρισης της σχέσης αυτής.
Σ’ ένα κόσμο όπως τον σημερινό, όπου θα έπρεπε να υπάρχει σεβασμός στις προσωπικές επιλογές του ατόμου, που μπορεί να αφορούν οτιδήποτε -από θρησκευτικές πεποιθήσεις μέχρι ενδυματολογικές ή αισθητικές επιλογές, επιλογές καριέρας ή ότι άλλο- δεν βλέπω γιατί κάποιοι από μας έχουμε τόση δυσκολία να σεβαστούμε την επιλογή κάποιων συνανθρώπων μας να ζουν μαζί και να δεχτούμε, αν όχι να υποστηρίξουμε, την αναγνώριση της σχέση τους, τόσο από την κοινωνία όσο και από το κράτος. Πραγματικά δε βλέπω από τι ακριβώς κινδυνεύουμε. Το ζήτημα για μένα είναι καθαρά ανθρωπιστικό, αν όχι βαθιά Χριστιανικό.
Οι άνθρωποι που δεν εναντιωνόμαστε στο αίτημα για κρατική αναγνώριση των ομοφυλοφιλικών σχέσεων (πολιτικός γάμος, σύμφωνο συμβίωσης ή ότι άλλο), στην ουσία υποστηρίζουμε κάτι πάρα πολύ απλό: την ίση μεταχείρισή των πολιτών τόσο από την κοινωνία όσο και από το κράτος. Οι gay και οι λεσβίες, όπως εγώ προσωπικά το αντιλαμβάνομαι, δεν ζητούν περισσότερα δικαιώματα από όσα έχει ο καθένας. Ζητούν το κεκτημένο δικαίωμα του σεβασμού της προσωπικότητας, των προσωπικών επιλογών και της ίσης μεταχείρησης. Αυτό το δικαίωμα θεωρούσα ότι το έχουμε κατοχυρώσει εδώ και χρόνια στον λεγόμενο πολιτισμένο κόσμο. Προσωπικά, ως μέρος αυτού του πολιτισμένου κόσμου, θεωρούσα δεδομένη την μη-διάκριση των ανθρώπων με βάση ρατσιστικές, θρησκευτικές, σεξιστικές ή άλλες πεποιθήσεις. Η άρνηση της ίσης κρατικής μεταχείρισης των ζευγαριών του ιδίου φίλου, δεν βλέπω τι άλλο είναι παρά διάκριση και προσωπικά μου μυρίζει αδικία.
Πέραν από τα φιλοσοφικά και προσωπικά πιστεύω που εκφράζω εδώ, θέλησα να γράψω αυτές τις σκέψεις για να δώσω μια ανθρωπιστική ματιά στο αίτημα αυτό. Πρόσφατα συνειδητοποίησα ότι έχουμε όλοι χαθεί κάπου μέσα στον κυκεώνα των πεποιθήσεων (θρησκευτικών, σεξουαλικών και δε ξέρω και γω ποιων άλλων), έχουμε μπλεχτεί με νομικίστικους όρους και φιλοσοφικές σκέψεις του τι είναι σωστό και τι όχι, ηθικό και μη, και κανείς δεν ασχολείται με τον ανθρωποκεντρικό άξονα του ζητήματος, που για μένα είναι ίσως και ο πιο σημαντικός. Το να μην μπορούν να κατοχυρώνουν νομικά οι gay τις σχέσεις τους, ως αναγνωρισμένους από το κράτος πολιτικούς γάμους (και με τον όρο gay εννοώ όλους τους ανθρώπους που αναγνωρίζουν στον εαυτό τους μια ερωτική έλξη προς το ίδιο φύλο), οδηγεί σε μια σειρά από δυσάρεστες καταστάσεις που δυσκολεύουν τις ζωές των ανθρώπων και φέρνουν δυστυχία... Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να είναι μαζί για νομικούς λόγους: άνθρωποι διαφορετικής υπηκοότητας, που δεν τους επιτρέπεται να διαμένουν μαζί στην ίδια χώρα, τη στιγμή που το διεθνές και το κρατικό δίκαιο εδώ και χρόνια έχει αναγνωρίσει την ανάγκη παροχής άδειας παραμονής σε ‘νόμιμο’ ζευγάρι όπου ο ένας εκ των δύο δεν διαθέτει άδεια παραμονής λόγω υπηκοότητας. Σε περιπτώσεις μη-ομοφυλόφιλων ζευγαριών το δικαίωμα αυτό παρέχεται για ανθρωπιστικούς λόγους. Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μαζί χρόνια και στην περίπτωση που ο ένας εκ των δύο αρρωστήσει, ο άλλος δεν αναγνωρίζεται ως ‘οικογένεια’, κάτι που μπορεί να προκαλέσει ένα σωρό από πρακτικά προβλήματα αλλά και πόνο. Θα μπορούσαν βέβαια αυτοί οι άνθρωποι να προνοήσουν κάποιου είδους νόμιμο και αναγνωρισμένο συμφωνητικό ή πληρεξούσιο, αλλά οι νόμοι δημιουργούνται για να ευνοούν τους ανθρώπους να είναι μαζί, όχι για να τους δυσκολεύουν, και από τη στιγμή που αυτό προνοείτε για τα μη-ομοφυλόφιλα ζευγάρια (και πάλι), η απουσία αυτής της ευκολίας για τους ομοφυλοφίλους δεν δημιουργεί απλά εμπόδια αλλά προφανώς αποτελεί και πηγή διάκρισης και αδικίας.
Δεν βλέπω ποιος τελικά είναι ο κίνδυνος, ούτε και σε τι θα μας ενοχλούσε αν στο διπλανό σπίτι από το δικό μας διέμεναν ένα ζευγάρι αλλοεθνών (νόμιμα πάντα στη χώρα), στο παραδίπλα ένα ζευγάρι έγχρωμων (όποιο και να είναι το θρησκευτικό τους αίσθημα), και στο απέναντι ένα ζευγάρι ομοφυλόφιλων (όποια και να είναι η εθνικότητα ή το θρήσκευμά τους). Εφόσον οι γείτονες μας είναι νόμιμοι στη χώρα, σέβονται τους νόμους του κράτους (όπως και εμείς θα σεβόμασταν άλλωστε τους νόμους άλλου κράτους, στο οποίο θα επιλέγαμε να βρεθούμε για σπουδές, δουλειά ή διακοπές), και εφόσον δεν καταπατούν τα δικαιώματα των συνανθρώπων τους, πραγματικά δε βλέπω σε τι επηρεάζουν τους υπόλοιπους, στο να συνεχίσουν να ζουν με τα ήθη, τα έθιμα, τα πιστεύω και τον τρόπο που έχει ο καθένας επιλέξει. Άλλωστε η παραβίαση του νόμου και το έγκλημα δεν γνωρίζουν ούτε χρώμα, ούτε συγκεκριμένη θρησκεία, και σίγουρα ούτε σεξουαλικό προσανατολισμό. Η ίση όμως μεταχείριση των ανθρώπων από το κράτος στο οποίο ζουν, μεγαλώνουν, κάνουν όνειρα και ερωτεύονται, πληρώνουν φόρους και συνεισφέρουν ενεργά για ένα καλύτερο αύριο, φτιάχνει όμορφες κοινωνίες που χωρίς τις σκιές διακρίσεων και αδικίας αποτελούν υπόσχεση για έναν καλύτερο κόσμο για μας, για τα παιδιά μας, για τον άνθρωπο. Αντίθετα, η ανοχή άδικων μεταχειρίσεων δημιουργεί δυστυχισμένους ανθρώπους, χωρίς όραμα και στόχους για το μέλλον. Και οι δυστυχισμένοι άνθρωποι με μαθηματική ακρίβεια γίνονται είτε αυτοκαταστροφικοί είτε απλά καταστροφικοί